Η Μάνη το νοτιότερο τμήμα της Ηπειρωτικής Ελλάδας, η εσχατιά της Λακωνικής γης είναι δημιούργημα του Ταϋγέτου που σαν μυθικό τέρας ακουμπάει στα νερά της Μεσογείου, με το τελευταίο νύχι του το όρος Σαγγιάς. Εδώ ζουν χιλιάδες χρόνια από την προϊστορική εποχή, αδούλωτοι Έλληνες. Ένας τόπος που έχουν το βασίλειό τους ο ήλιος, η πέτρα, η θάλασσα και οι αγέρηδες. Εδώ το φως αναπηδά από παντού. Οι κροκάλες τραγουδούν καθώς παρασύρονται από το κύμα στις παραλίες. Το ίδιο και ο άνεμος, καθώς περνά από τους έρημους δρόμους των οικισμών με τα πυργόσπιτα. Η Μάνη είναι ένας αρμυρισμένος τόπος που η δόξα και η τρυφεράδα συνυπάρχουν. Αναδύονται από το βαθύ μπλε της θάλασσας, το ασπροκίτρινο της πυρωμένης πέτρας, το ιώδες του ηλιοβασιλέματος. Με μυρωδιές από ασκούνι, άγρια μέντα και ρίγανη, που σε κάνουν να νοιώθεις την επιθυμία να κυλιστείς μέσα σε αυτά, όσο να ποτίσει το κορμί σου από την ευωδία τους. Ένας τόπος διαυγής, μυστηριώδης, αυστηρός όπου ούτε ο πανδαμάτωρ χρόνος δεν μπόρεσε να τον αλλάξει. Τα κτίσματα, ένα με το περιβάλλον, θα μπορούσαν να κατοικηθούν εξίσου από έναν αρχαίο και ένα σύγχρονο. Είναι πολλές οι εντοιχισμένες αρχαίες επιγραφές στα σύγχρονα σπίτια. Πολλά από αυτά είναι φτιαγμένα από αρχιτεκτονικά μέλη αρχαίων σπιτιών. Αλλά και στις εκκλησίες βλέπεις κιονόκρανα, τρίγλυφα και άλλα οικοδομικά υλικά από δωρικούς ναούς. Έτσι εξαγνίστηκαν οι αρχαίοι λατρευτικοί χώροι και παραδόθηκαν στη χριστιανική λατρεία. Έτσι υπάρχει η συνέχεια και η διαδοχή.
Μάνη όμως δεν είναι μόνο αυτά. Δεν είναι το άθροισμα της ύλης και του φυσικού περιβάλλοντος. Είναι κυρίως η προβολή της ψυχής των ανθρώπων πάνω σε αυτά. Αυτή που από άψυχα και ακίνητα τα μεταβάλλει σε διαχρονικά που ζουν και λειτουργούν. Οι άνθρωποι, που ο χαρακτήρας τους είναι σμιλεμένος από το περιβάλλον στο οποίο ζουν και κινούνται, είναι εγκρατείς, λιτοί, πειθαρχικοί. Πως θα μπορούσε να ήταν αλλιώς; εδώ δεν περισσεύει τίποτα, ούτε παρέχεται απλόχερα, μόνο το φως και τα μάρμαρα. Οι άνθρωποι που αγαπούν τη ζωή γι΄ αυτό θρηνούν το θάνατο. Από την εποχή της Σωσικράτειας, όπου το επιτύμβιο επίγραμμα που βρέθηκε στο νησί Σκόπα, θρηνεί για το γλυκό φως της ζωής που έχασε, μέχρι τα σύγχρονα μοιρολόγια. Αγαπούν τη νιότη, από την εποχή που τιμούσαν την αμβολόγηρα Αφροδίτη, τη θεότητα που ανέβαλε το γήρας, μέχρι τα σύγχρονα τραγούδια.
Κυρίως όμως αγαπούν την ελευθερία της πατρίδας τους. Γι΄ αυτό από την εποχή των αρχαίων Σπαρτιατών, οι Λάκωνες και οι Μανιάτες, άνδρες και γυναίκες, δεν φείδονται θυσιών προκειμένου να υπερασπιστούν τον τόπο τους. Οι Τούρκοι δεν πάτησαν τη Μάνη και όταν έφτασε η ώρα της εθνεγερσίας, από εδώ ξεκίνησε ο αγώνας για την ελευθερία. Σε όλες τις κρίσιμες ώρες του έθνους είπαν πρώτοι το παρόν. Για τους αγώνες και τις θυσίες αυτές, ούτε ζήτησαν ούτε δέχτηκαν καμιά ανταμοιβή. Τους αρκούσε η ικανοποίηση του εθνικού δίκιου .Και σήμερα η Μάνη εξακολουθεί ένας ακέραιος και άθικτος τόπος. Ο ήλιος ο πετροπαιχνιδιάτορας -κατά πως λέει ο ποιητής- εξακολουθεί από την άκρη των άκρων να κατηγοράει στο "Ταίναρο" και να σε οδηγεί κατ΄ ευθείαν στην ουσία, τη διαύγεια, τη φωτεινότητας. Στον παράδεισο όσων κατανοούν και αντιλαμβάνονται. Γιατί αναδεικνύει τις διαχρονικές αξίες που σε προσδιορίζουν. Τη Μάνη ή την ερωτεύεσαι ή αποστρέφεις από αυτήν το πρόσωπο και επιστρέφεις στα πρόσκαιρα. Δεν υπάρχει μέση οδός. Ακριβώς γιατί σε παραπέμπει στη μόνη ηθική που δεν είναι άλλη παρά η συνεχής αναγωγή στις ρίζες και στο "είναι" μας. Και είναι δύσκολο να το αντέξεις. Σήμερα, η Μάνη, ο εθνικός και ιστορικός αυτός τόπος χειμάζεται. Απαιτεί συμμετοχή στην ανάπτυξη που παρατηρείται τελευταία χρόνια στην πατρίδα μας. Ανάπτυξη όμως που θα σέβεται το περιβάλλον, την ιστορία, την αρχιτεκτονική των οικισμών και θα αναδεικνύει την πολιτιστική της κληρονομιά. Ακριβώς γιατί αποτελεί σύμβολο και εθνική πολιτισμική παρακαταθήκη.
Γιατί αποτελεί ένα μεγάλο κομμάτι της ολίγης Ελλάδας που μας απέμεινε...